Βέτο Υπουργείου Εργασίας για άδεια και επίδομα πατρότητας

 

Αντίθετο στην επέκταση του δικαιώματος σε άδεια και επίδομα πατρότητας στα ζευγάρια που αποκτούν παιδί χωρίς να έχουν τελέσει γάμο ή που δεν έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, ήταν το Υπουργείο Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατά τη σημερινή συζήτηση στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εργασίας σχετικών προτάσεων νόμου που κατέθεσε η κοινοβουλευτική ομάδα του ΑΚΕΛ.

Μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ανδρέας Ασσιώτης τόνισε ότι ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η οποιαδήποτε τροποποίηση θα επιβαρύνει το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΤΚΑ), έγιναν αναλογιστικές μελέτες «για να καταλήξουμε στο νομοσχέδιο που ψηφίστηκε σε νόμο» και στο οποίο «λήφθηκαν υπόψη τα ζευγάρια που συνάπτουν τις τρεις μορφές δέσμευσης (εκκλησιαστικό γάμο, πολιτικό γάμο και σύμφωνο συμβίωσης) και κατά συνέπεια οποιαδήποτε τροποποίηση που προσθέτει έναν απροσδιόριστο αριθμό περιπτώσεων που οδηγεί και σε απροσδιόριστες οικονομικές συνέπειες βρίσκεται έξω από τα όρια των μελετών και προβλέψεων μας και έχει πιθανότητες να επιβαρύνει με οποιονδήποτε τρόπο το ΤΚΑ και σίγουρα ως Υπουργείο δεν μπορούμε να το υποστηρίξουμε».

Η Επιτροπή Εργασίας αποφάσισε να συζητήσει εκ νέου το θέμα σε μεταγενέστερη συνεδρία της στην παρουσία του εκπροσώπου της Γενικής Εισαγγελίας και εκπροσώπων των κοινωνικών φορέων.

Σκοπός των προτάσεων νόμου που κατέθεσαν εκ μέρους της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΑΚΕΛ οι βουλευτές Ανδρέας Φακοντής, Σκεύη Κούτρα Κουκουμά και Ελένη Μαύρου, είναι οι τροποποιήσεις του περί Προστασίας της Πατρότητας Νόμου και του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων νόμου, ώστε να επεκταθεί το δικαίωμα σε άδεια πατρότητας στα ζευγάρια που αποκτούν παιδί χωρίς να έχουν γάμο ή που δεν έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τις προτάσεις νόμου, κρίνοντας ότι η πατρότητα από μόνη της δεν συνδέεται με το γάμο, η προτεινόμενη ρύθμιση αποσκοπεί στην άρση της διάκρισης που υφίσταται μεταξύ των ζευγαριών που αποκτούν παιδί μετά από γάμο και των ζευγαριών που αποκτούν παιδί χωρίς να έχει προηγηθεί η τέλεση γάμου ή η σύναψη συμφώνου συμβίωσης.

Ο κ. Ασσιώτης είπε ότι «η συμβίωση είναι ένα ζήτημα που παρουσιάζει σημαντικές δυσκολίες για να τεκμηριωθεί ότι υπάρχει όντως συμβίωση», κάτι που διαπιστώνεται, όπως σημείωσε, σε ό,τι αφορά το επίδομα τέκνου, μονογονεϊκής οικογένειας και άλλα.

Ανέφερε ότι είναι πολλές οι περιπτώσεις που εντοπίζουμε μέσα από την εφαρμογή άλλων νομοθεσιών και στις οποίες διαπιστώνονται περιπτώσεις ζευγαριών όπου ο άνδρας αναγνωρίζει την πατρότητα μέσα από τις διαδικασίες των άλλων νομοθεσιών αλλά κατά κανόνα δεν ζει μαζί με την γυναίκα και το παιδί και πρόσθεσε ότι αυτές οι περιπτώσεις είναι το συχνότερο φαινόμενο που παρατηρείται και δεν υπάρχει η στήριξη του άνδρα στην γυναίκα και το νεογέννητο διότι ζουν σε ξεχωριστά σπίτια, χωριά ή περιοχές.

Επιπλέον, ο κ. Ασσιώτης είπε ότι από εμπειρία προκύπτει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων ζευγαριών που τεκνοποιούν έχει συνάψει μορφή γάμου, είτε πολιτικό, είτε εκκλησιαστικό είτε σύμφωνο συμβίωσης, προσθέτοντας ότι «δεν είναι απαγορευτικό/αποτρεπτικό το κόστος και για την μορφή συμβίωσης που προκύπτει από το σύμφωνο συμβίωσης, αλλά καθόλα λογικό το κόστος και θεωρούμε ότι το περιεχόμενο της νομοθεσίας όπως έχει ψηφιστεί καλύπτει επαρκώς όλες τις ανάγκες του πληθυσμού».

Είπε ακόμη ότι σε όλες τις νομοθεσίες που ορίζουν αυτές τις παροχές υπάρχει η έννοια των συζύγων που δεν περιλαμβάνει την έννοια της συμβίωσης, προσθέτοντας ότι υπάρχουν σύζυγοι, οι οποίοι προκύπτουν μέσα από εκκλησιαστικό ή πολιτικό γάμο ή μέσα από σύμφωνο συμβίωσης.

Ανέφερε ότι στόχος των νομοθεσιών είναι όπως ο οποιοσδήποτε αιτητής ή αιτήτρια δηλώσει ένα πρόσωπο με το οποίο συμβίωνε έτσι ώστε να συνυπολογίζουμε και όλα τα εισοδήματα, περιουσίες, ακίνητα και κινητά που έχουν τα δύο πρόσωπα που συμβίωναn.

Είναι σωστή αυτή η διευθέτηση διότι ουσιαστικά μέσω της άδειας πατρότητας και των επιδομάτων για την άδεια πατρότητας επιδιώκεται και ο άνδρας μέλος ενός ζεύγους να συμβάλει στη διαχείριση των θεμάτων που προκύπτουν από τη γέννηση ενός παιδιού, τόσο όσον αφορά την υποστήριξη της γυναίκας που τεκνοποιεί όσο και την υποστήριξη του παιδιού που έχει γεννηθεί, πρόσθεσε.

Σε δηλώσεις μετά τη συνεδρία, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανδρέας Φακοντής είπε ότι «μετά την αδυναμία που παρουσιάστηκε με την εφαρμογή της βασικής νομοθεσίας περί παροχής άδειας και επιδόματος πατρότητας και τον αποκλεισμό από το δικαίωμα αυτό των γονέων που δεν έχουν τελέσει γάμο ή που δεν έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, το ΑΚΕΛ κατέθεσε προτάσεις νόμου για να άρει αυτή την αδικία».

Πρόσθεσε ότι σκοπός των προτάσεων είναι η επέκταση του δικαιώματος σε άδεια και επίδομα πατρότητας στα ζευγάρια που αποκτούν παιδί χωρίς να έχουν τελέσει γάμο ή που δεν έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης.

Ο κ. Φακοντής είπε ότι η πατρότητα από μόνη της δεν συνδέεται με το γάμο και για αυτό η προτεινόμενη ρύθμιση αποσκοπεί στην άρση της διάκρισης που υφίστανται μεταξύ των ζευγαριών που αποκτούν παιδί μετά από γάμο και των ζευγαριών που αποκτούν παιδί χωρίς να έχει προηγηθεί η τέλεση γάμου ή σύναψη συμφώνου συμβίωσης καθώς και της διάκρισης που υφίσταται μεταξύ ανδρών και γυναικών αφού μια άγαμη μητέρα δικαιούται άδεια και επίδομα μητρότητας, ενώ ο άγαμος πατέρας δεν δικαιούται.

Ανέφερε επίσης ότι για σκοπούς παραχώρησης επιδόματος τέκνου ή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος (ΕΕΕ) τα εισοδήματα του συμβίου ή της συμβίας λαμβάνονται υπόψη και λογίζονται ως οικογενειακό εισόδημα και «ως εκ τούτου αναγνωρίζεται από το Υπουργείο και από την πολιτεία η συμβίωση δύο ατόμων έστω και αν δεν έχουν τελέσει γάμο ή συνάψει σύμφωνο συμβίωσης».

«Για αυτό θεωρούμε ακόμη πιο επιβεβλημένη την προώθηση των προτάσεων του ΑΚΕΛ και άρση των όποιων διακρίσεων», πρόσθεσε.

Ο κ. Φακοντής είπε ότι «στην απάντηση του το Υπουργείο Εργασίας είπε ότι δεν προβλέφθηκαν αυτές οι περιπτώσεις και ότι αν υιοθετηθεί η πρόταση μας τότε θα υπάρξει επιπλέον κόστος στο ΤΚΑ, ενώ ισχυρίστηκε ότι δεν θα μπορεί να ελεγχθεί η συμβιωτική σχέση».

Ανέφερε ότι αυτό βρίσκει «κάθετα αντίθετο» το ΑΚΕΛ «από τη στιγμή που στη νομοθεσία τόσο του επιδόματος τέκνου όσο και του ΕΕΕ υπάρχει συγκεκριμένη πρόνοια, αναγνωρίζεται η συμβίωση και υπάρχουν εργαλεία και ασφαλιστικές δικλείδες για έλεγχο και βεβαίωση της συμβίωσης» και πρόσθεσε ότι «στην περίπτωση της πατρότητας το Υπουργείο ισχυρίστηκε ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει και δεν μπορεί να ελεγχθεί η γνησιότητα της συμβίωσης».

«Είναι φανερό ότι εφαρμόζονται δύο μέτρα και δύο σταθμά με κύριο σκοπό την εξοικονόμηση χρημάτων και όχι την κάλυψη των οικογενειών που πραγματικά διατηρούν μια υγιή συμβιωτική σχέση», πρόσθεσε.

Τέλος, ο κ. Φακοντής είπε ότι η Επιτροπή αποφάσισε να επανέλθει το θέμα ενώπιον της Βουλής στην παρουσία του εκπροσώπου της Γενικής Εισαγγελίας και εκπροσώπων των κοινωνικών φορέων από τους οποίους έχουμε δεχθεί, όπως είπε, «αρκετή πίεση και παράπονα ότι αυτή η ομάδα έχει μείνει εκτός νόμου».

Πρόσθεσε ότι η Βουλή και η Επιτροπή δεν θέλει να καλύψει οποιεσδήποτε άλλες σχέσεις, πέρα των περιπτώσεων όπου υπάρχει μια γνήσια σχέση, για να είναι δικαιούχοι σε άδεια και επίδομα πατρότητας.

Από ΚΥΠΕ